(…) Κάποτε σήκωσε το πρόσωπό του και τα μάτια του έψαξαν τις κόλλες. Πάνω-πάνω το όνομα που έβλεπε δεν ήταν δικό του. Παίρνοντας λίγο θάρρος συνέχισε παρακάτω ούτε και το επόμενο ήταν. Σαν κοίταξε όμως λίγο πιο κάτω…η καρδιά του χοροπηδούσε σε τρελό ρυθμό λες κι ήθελε να φύγει από τη θέση της. (…)